Ο τρόπος που ζούμε τα τελευταία χρόνια μοιάζει να έχει έναν θεότρελο ρυθμό.

Τίποτα δε φαίνεται να είναι “αρκετό” στη δουλειά, στη γονεϊκότητα, στην κοινωνική αλλά και προσωπική ζωή, ενώ παράλληλα τα social media μας βομβαρδίζουν με τρόπους να “βελτιώσουμε” όλους τους τομείς της ζωής μας. Κανένα αποτέλεσμα δεν είναι επαρκές εφόσον υπάρχει καλύτερο, όλα απαιτούνται να γίνουν γρήγορα και θεαματικά, η παραίτηση δεν είναι επιλογή αν δε φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Η ξεκούραση είναι δικαίωμα που αναγνωρίζεται μονάχα κατόπιν εξαντλητική κούρασης, η αποφόρτιση είναι σεβαστή μονάχα όταν ακολουθεί την υπερφόρτιση.

Ταυτόχρονα οι πληροφορίες σκάνε σαν κύμα, χωρίς καμία οργάνωση ή γραμμικότητα, συχνά λείπουν σημαντικά κομμάτια για να καταλάβουμε και πολλές φορές δεν υπάρχει χρόνος για να τις διαχειριστούμε επαρκώς. Μοιραία οι περισσότερες από αυτές περνούν απευθείας στη λήθη, ως μηχανισμός για να ανταπεξέλθουμε στον βομβαρδισμό. Το περιβάλλον μας καταλήγει φασαριόζικο, με ήχους περιττούς και, καμιά φορά, εκκωφαντικά φάλτσους. Στο παιχνίδι της (κοινωνικά κατασκευασμένης) επιτυχίας υπάρχουν αγκομαχητά, εξάντληση, άγχος, φόβος και καμία πιθανότητα για νίκη.

Κι όμως, ακόμη υπάρχει μια συνθήκη όπου ο χρόνος επιβραδύνει, η πληροφορία αποκτά νόημα, και η ησυχία είναι όχι απλώς αποδεκτή, αλλά αναγκαία. Αυτή η συνθήκη είναι η ανάγνωση βιβλίων, που σαν διαδικασία χρειάζεται τα τρια βασικότερα στοιχεία που εκλείπουν από τη σύγχρονη ζωή μας. Χρόνο, συγκέντρωση, ησυχία.

Η εικόνα ενός ατόμου που διαβάζει είναι μια εικόνα ζηλευτή, αν σκεφτούμε τις διαδικασίες και τους συμβολισμούς πίσω από αυτή. Ένας άνθρωπος που διαβάζει βρίσκεται σε ησυχία, συγκεντρωμένος στην ιστορία του βιβλίου του που ξεδιπλώνεται με ρυθμούς αυστηρά προσωπικούς, χωρίς πίεση, κριτική ή απαιτήσεις. Οι σελίδες άλλοτε γυρνούν πυρετωδώς για να αποκαλύψουν το παρακάτω και άλλοτε αργά για να επιτείνουν την απόλαυση. Οι σελίδες μπορεί ακόμη να γυρνούν και προς τα πίσω, μέχρι το άτομο να βεβαιωθεί πως έχει αντιληφθεί τον κόσμο του βιβλίου επαρκώς. Και φυσικά  η ανταπόκριση του στα όσα εξελίσσονται  επιτρέπεται να είναι αυθόρμητη, χωρίς κοινωνικούς περιορισμούς.

Στην εικόνα του ανθρώπου που διαβάζει βλέπουμε επίσης έναν άνθρωπο που κάνει πλήρη χρήση του δυναμικού του. Οι αισθήσεις και η νόηση του βρίσκονται σε εγρήγορση, ο συναισθηματικός του κόσμος διεγείρεται ενώ ταυτόχρονα το σώμα του βρίσκεται σε πλήρη στασιμότητα.  Όσο αυτές οι διεργασίες συμβαίνουν στο μέσα του, η ανάγκη για σύγκριση εκλείπει, από δρων πρόσωπο γίνεται παρατηρητής της ζωής των άλλων, και παράλληλα, χωρίς καμία συνείδηση, βρίσκεται πιο βαθιά στον εαυτό του από ποτέ. Αυτή η απόσταση από το καθαρά προσωπικό βίωμα που επιτρέπει η ανάγνωση, διευκολύνει την αίσθηση της νηφαλιότητας και την ανάδειξη της κριτικής σκέψης.

Κλείνοντας, η εικόνα του αναγνώστη, διαθέτει και μεταφυσικές ακόμη ιδιότητες. Το πρόσωπο που διαβάζει βρίσκεται σωματικά στον χώρο, αλλά πνευματικά ταξιδεύει σε άλλους τόπους, άλλους χρόνους, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες. Και αυτό γιατί διαβάζοντας, το ταξίδι στον χρόνο καθίσταται απολύτως εφικτό, καθώς ένα βιβλίο μπορεί να  μεταφέρει σε εποχές πολύ μακρινές της τρέχουσας ύπαρξης, σε εμπειρίες πολύ ξένες αλλά και ταυτόχρονα βαθιά εγγεγραμμένες στην ιστορία μέσα από τη διαγενεακή κληρονομία. Εφικτή επίσης είναι και η συνομιλία με ανθρώπους που έχουν φύγει από τη ζωή,  καθώς φρόντισαν να αφήσουν καταγεγραμμένα αποτυπώματα της σκέψης και των συναισθημάτων τους. Αυτές οι καταγραφές όχι μόνο αναπαράγονται μετά θάνατον, αλλά εξακολουθούν να αλληλεπιδρούν με ψυχισμούς και να διαμορφώνουν χαρακτήρες. Συχνά εμπεριέχονται και στον δημόσιο διάλογο με θετικό αντίκτυπο ακόμη και στην κοινότητα. Τα βιβλία και η ανάγνωση τους καταφέρνουν να σώζουν από τη λήθη πρόσωπα, εμπειρίες και ιστορίες που αλλιώς θα ήταν από καιρό χαμένα. Αυτό καθιστά τους αναγνώστες κοινωνούς και θιασώτες μιας σπουδαίας κληρονομιάς αλλά και ταξιδευτές του χρόνου.

Σ’ έναν κόσμο λοιπόν που τρέχει αδιάκοπα, η ανάγνωση είναι μια συνειδητή επιλογή επιβράδυνσης. Είναι μια πράξη αντίστασης στη φρενίτιδα της πληροφορίας, ένας τρόπος να ανακτήσουμε την ησυχία, τη συγκέντρωση και τον δικό μας ρυθμό. Όταν λοιπόν όλα γύρω μας μοιάζουν να απαιτούν περισσότερα, γρηγορότερα, καλύτερα—τότε ίσως είναι η στιγμή να πιάσουμε ένα βιβλίο. Και να του αφιερώσουμε ακριβώς τον χρόνο που χρειάζεται.