Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου - Λίντια Φλεμ

Πολύ συχνά, όταν αναζητώ βιβλία που μιλούν για πένθος, για απώλεια, για επεξεργασία που αφορά έναν αποχωρισμό, πέφτω πάνω σε κάθε λογής βιβλία αυτοβοήθειας και ψυχολογίας – συχνά μάλιστα πολύ αξιόλογα. Ωστόσο, ως αναγνώστρια- και όχι ως ψυχολόγος- την τρέχουσα περίοδο με ενδιαφέρει περισσότερο να δω την καταγεγραμμένη εμπειρία του πένθους, παρά έναν οδηγό για το πώς μπορεί κανείς/καμιά να το διαχειριστεί. Σε μια τέτοια αναζήτηση έπεσα πάνω στο βιβλίο της Λίντια Φλεμ «Αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου» (Εκδόσεις Μελάνι, Μετάφραση Ματίνα Μαυρονικόλα).

 Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση του ήμουν πεπεισμένη για δυο πράγματα: Αφενός για τη δύναμη και την αλήθεια αυτού του βιβλίου και αφετέρου για την επιθυμία να γίνει μέρος της ιστορίας της Λέσχης ανάγνωσης που τρέχουμε παρέα με το ALPA Bookstories!

Ποιο θέμα διαπραγματεύεται το βιβλίο; Η Λίντια Φλεμ καλείται να αδειάσει το σπίτι των γονιών της μετά τον θάνατο της μητέρας της, μια συνθήκη που την καθιστά πια ορφανή από γονείς. Ούσα μοναχοπαίδι, αυτή η δουλειά βαραίνει μονάχα τις δικές της πλάτες, και μαζί με αυτή και η απόφαση της μοίρας των πραγμάτων των γονιών της.

Ωστόσο, όσο προσπαθεί να φέρει εις πέρας την διαδικασία – που δεν μπορεί καν να ονοματίσει, είναι τακτοποίημα; είναι άδειασμα, είναι κλείσιμο;- βρίσκεται αντιμέτωπη με κάθε λογής υλικό εύρημα, που αναζωπυρώνει μνήμες και ερωτηματικά. Η Φλεμ περισσότερο ρωτά κατά την διάρκεια του βιβλίου, παρά απαντά. Πώς να ξεκινήσεις μια διαδικασία που δεν μπορείς καν να την κατονομάσεις;

Σε αυτό το άδειασμα λοιπόν στο σπίτι των γονιών της, η συγγραφέας θα γίνει μάρτυρας σε ένα παρελθόν, στο οποίο οι ίδιοι ηθελημένα δεν της έδωσαν πρόσβαση, με την επιθυμία να την προστατέψουν, ή ακόμη και να την αποκόψουν. Αμφότεροι οι γονείς της ήταν επιζώντες ναζιστικών στρατοπέδων, ένα βίωμα που παρείσφρησε στην οικογενειακή τους ιστορία, χωρίς ποτέ να μπει σε συγκεκριμένα λόγια και πλαίσιο. Και ενώ δεν ήταν κρυφό, ήταν εξαιρετικά μυστηριακό λόγω της σιωπής που το περιέβαλε.

Τότε, γύρω από τα αντικείμενα, τα κειμήλια, τα γράμματα, θα γεννηθούν συναισθήματα σε που εκτείνονται σε όλο το φάσμα: αμηχανία, θλίψη, οργή, ματαίωση, θαυμασμός, περηφάνια, κατανόηση, όλα χρήσιμα και διευκολυντικά στη διαδικασία του πένθους.

Η Φλεμ στο τέλος του βιβλίου θα καταφέρει να φέρει εις πέρας την διαδικασία του αδειάσματος και να νοηματοδοτήσει μέσα από αυτή ολόκληρη την οικογενειακή ζωή τους. Ωστόσο, το βιβλίο κλείνει με την εξής φράση:

«Δεν έχω διάθεση να βάλω τελεία σε αυτό το βιβλίο»

Λίγα λόγια για τους χαρακτήρες: Πρωταγωνίστρια του βιβλίου είναι η ίδια η συγγραφέας, της οποίας οι σκέψεις και οι προβληματισμοί είναι αυτοί που αναδεικνύονται στο βιβλίο. Αν και η ίδια της ψυχολόγος, γράφει από την πλευρά της πενθούσας, της κόρης, της γυναίκας που θρηνεί και αυτή είναι η εναλλαγή της οπτικής- από ειδικός σε άτομο που βιώνει κρίση- είναι πολύ ενδιαφέρουσα.

Πρωταγωνιστές του βιβλίου είναι επίσης οι νεκροί γονείς της που αναδύονται μέσα από την αφήγηση της με διαφορετικές μορφές: ως μαμά και μπαμπάς, ως επιζώντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης, ως παιδιά των γονιών τους και μέλη της οικογενείας τους, ως γυναίκα και άνδρας. Ως ανθρώπινα όντα τελικά, με τα σωστά και τα λάθη τους, που η συσχέτιση μαζί τους έχει πια τελειώσει, τουλάχιστον στην μορφή που περισσότερο συνηθίζουμε να συζητάμε.

Στην πραγματικότητα, μέσα από το βιβλίο και η ίδια η συγγραφέας προσπαθεί -εκ νέου- να ενηλικιωθεί αποτιμώντας την κληρονομιά που οι γονείς της της άφησαν, τόσο σε άψυχα αντικείμενα όσο και σε έμψυχα χαρακτηριστικά. Και φυσικά να αναδομήσει τη σχέση της μαζί τους, σε μια εσωτερική και συμβολική βάση αυτή τη φορά.

Η γνώμη της Λέσχης: Η επίδραση που αυτό το βιβλίο είχε στα μέλη της Λέσχης ήταν καταιγιστική. Στην αρχή τα μέλη επέλεξαν -περισσότερο από κάθε άλλη φορά- να διαβάσουν αυτοτελή αποσπάσματα από το βιβλίο, καθώς ένιωθαν πως εξέφραζαν πολύ πιστά τις δικές τους σκέψεις. Τα μέλη ανέφεραν πως ανακινήθηκαν πολλές δικές τους ανησυχίες σχετικά με το τι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν όταν θα χρειαστεί να κάνουν και τα ίδια αυτή τη διαδικασία, αλλά και στον αντίποδα, αναρωτήθηκαν για το τι θα βρουν τα δικά τους παιδιά στο δικό τους σπίτι. Αυτά τα ερωτηματικά έφεραν στις επιφάνεια πολλές υπαρξιακές ανησυχίες για τα μέλη, τα οποία συζητήσαμε στην ολομέλεια.

Εν συνεχεία, τα μέλη απομακρύνθηκαν από το βιβλίο και επικεντρώθηκαν στα δικά τους βιώματα, φέρνοντας ιστορίες που μας εντυπωσίασαν. Η εμπιστοσύνη και η συναισθηματική ανοιχτότητα με την οποία μίλησαν για τους οικογενειακούς τους “μύθους” συγκίνησε την ομάδα, η οποία στάθηκε με μεγάλο ενδιαφέρον και σεβασμό απέναντι σε αυτές τις εμπειρίες. Το συναίσθημα που συλλογικά επικράτησε στην ομάδα είναι δύσκολο να περιγραφεί, ωστόσο νομίζω πως ανέδειξε το δέσιμο που η ομάδα έχει αναπτύξει και το αίσθημα του ανήκειν που επικρατεί μέσα σε αυτή.

Διαβάστε αυτό το βιβλίο εάν: συναισθάνεστε και εσείς την ανάγκη που οδήγησε τη Λίντια Φλεμ στη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Με δικά της λόγια: «Το βιβλίο αυτό μου επιβλήθηκε σαν κάτι το αυτονόητο. Πολιορκημένη από συναισθήματα συγκεχυμένα, αντιφατικά, βίαια, συχνά ασύμβατα μεταξύ τους, οι λέξεις ανάβλυζαν από μόνες τους. Γράφοντας αιχμαλώτιζα το ορμητικό κύμα των συναισθημάτων. Το γράψιμο γεννιόταν από το πένθος και την ίδια στιγμή του πρόσφερε ένα καταφύγιο. Ένα χώρο για να προστατευτεί πριν αντιμετωπίσει νέα κύματα, που ήταν όλο και πιο δύσκολο να χωρέσουν μέσα του».

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα: Η Λίντια Φλεμ γεννήθηκε το 1952. Είναι ψυχαναλύτρια και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τον Φρόιντ, τον Καζανόβα και το θέμα του έρωτα στην όπερα. Ζει στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι με τον άντρα της και την κόρη της. (Με πληροφορίες από τη biblionet)

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΒΙΒΛΙΟΥ

Συγγραφέας: Λίντια Φλεμ

Μετάφραση: Ματίνα Μαυρονικόλα

Εκδόσεις: Μελάνι

Έτος έκδοσης: 2006

Αριθμός σελίδων: 176